Θλιβερή αύξηση της ανεργίας και ανησυχητικές εξελίξεις αναφορικά με
τη παιδική φτώχεια καταγράφει η τριμηνιαία έκθεση της Ευρωπαϊκής
Επιτροπής για την απασχόληση και την κοινωνική κατάσταση στην ΕΕ. Η
Ελλάδα, χρίζεται «πρωταθλήτρια» στη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος
των νοικοκυριών αλλά και στο ποσοστό των παιδιών που
αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο φτώχειας.
Σύμφωνα με την έκθεση, που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, ο αριθμός των ανέργων στην ΕΕ εξακολουθεί να σημειώνει άνοδο, φθάνοντας τα 25,3 εκατ., ιστορικά υψηλό επίπεδο, σημειώνοντας αύξηση κατά 2,6 εκατ. (+11,6%) σε σύγκριση με τον Μάρτιο του 2011. Το ποσοστό ανεργίας 10,4% σε επίπεδο ΕΕ αυξήθηκε σε 17 κράτη-μέλη. Παράλληλα, διευρύνθηκαν οι αποκλίσεις, αφενός, μεταξύ των χωρών της ΕΕ με τις καλύτερες επιδόσεις και αφετέρου, μεταξύ των «περιφερειακών» χωρών. Έτσι, διαπιστώνεται, πλέον, πρωτοφανές χάσμα 20,6 ποσοστιαίων μονάδων μεταξύ του χαμηλότερου ποσοστού ανεργίας της ΕΕ (Αυστρία, με 4,5%) και του υψηλότερου (Ισπανία, με 25,1%).
Το δεύτερο τρίμηνο του 2012, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2011, στην Ελλάδα χάθηκαν 405.000 θέσεις απασχόλησης, στην Ισπανία 745.000 και την Πορτογαλία 205.000. Ο αριθμός των μακροχρόνια ανέργων αυξήθηκε σε 15 κράτη μέλη από πέρυσι, φθάνοντας τα 10,7 εκατομμύρια, ενώ, οι μακροχρόνια άνεργοι αντιστοιχούν, πλέον, στο 4,5% του ενεργού πληθυσμού (+0,4% κατά τη διάρκεια του έτους).
Ιδιαίτερα δυσοίωνες είναι οι προοπτικές εργασίας για τους νέους. Η ανεργία των νέων έχει αυξηθεί δραματικά (22,5% στην ΕΕ τον Ιούλιο) και 12 κράτη μέλη κατέγραψαν ποσοστά άνω του 25%, ενώ, μόνο τρία κράτη παραμένουν κάτω από το 10% (Αυστρία, Γερμανία και Ολλανδία).
Παράλληλα με τους ανέργους, καταμετρώνται 8,6 εκατ. υποαπασχολούμενοι εργαζόμενοι μερικού χρόνου κατά κύριο λόγο γυναίκες - και επιπλέον 10,9 εκατ. άτομα βρίσκονταν σε μια γκρίζα ζώνη μεταξύ αεργίας και ανεργίας, όπως εκείνοι που έχουν εγκαταλείψει την αναζήτηση εργασίας.
Στα συμπεράσματα της έκθεσης περιλαμβάνεται και η συρρίκνωση του εισοδήματος των νοικοκυριών. Είναι χαρακτηριστικό ότι μεταξύ 2009 και 2011 το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών μειώθηκε κατά δύο τρίτα στις χώρες της ΕΕ, με τη μεγαλύτερη μείωση να καταγράφεται στην Ελλάδα (-15,7%), την Ιρλανδία (-9%) και τη Λιθουανία, την Ισπανία, την Κύπρο και την Ουγγαρία (άνω του 4%).
Όπως σημειώνει η Κομισιόν αυτή η εξέλιξη βρίσκεται σε ευθεία αντίθεση με την κατάσταση που επικρατεί στην Ολλανδία, τη Γερμανία, το Βέλγιο, τη Σλοβενία και τη Γαλλία, όπου τα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας και οι πιο ελαστικές αγορές εργασίας έχουν επιτρέψει στα συνολικά εισοδήματα να συνεχίσουν την ανοδική τους πορεία κατά τη διάρκεια της κρίσης. Ωστόσο, η κρίση έχει πλήξει σημαντικά τμήματα του πληθυσμού και έχει προκαλέσει αύξηση της φτώχειας και σε αυτές τις χώρες.
Παράλληλα, η παιδική φτώχεια αποτελεί πρόβλημα για όλο και περισσότερα νοικοκυριά, λόγω ανεπαρκών εσόδων από την εργασία των γονέων και ελλιπούς υποστήριξης των νοικοκυριών με παιδιά.
Το ποσοστό των παιδιών που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο φτώχειας (μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις) κυμαίνεται από περίπου 10% στη Δανία και τη Φινλανδία, έως άνω του 20% στην Ισπανία, την Ελλάδα, τη Βουλγαρία, την Πορτογαλία, την Ιταλία, τη Ρουμανία, τη Λετονία, την Πολωνία, τη Λιθουανία και το Λουξεμβούργο.
Το μέγεθος και η αποτελεσματικότητα των επιδομάτων τέκνων παρουσιάζουν μεγάλες διακυμάνσεις σε ολόκληρη την ΕΕ.
naftemporiki.gr
αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο φτώχειας.
Σύμφωνα με την έκθεση, που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, ο αριθμός των ανέργων στην ΕΕ εξακολουθεί να σημειώνει άνοδο, φθάνοντας τα 25,3 εκατ., ιστορικά υψηλό επίπεδο, σημειώνοντας αύξηση κατά 2,6 εκατ. (+11,6%) σε σύγκριση με τον Μάρτιο του 2011. Το ποσοστό ανεργίας 10,4% σε επίπεδο ΕΕ αυξήθηκε σε 17 κράτη-μέλη. Παράλληλα, διευρύνθηκαν οι αποκλίσεις, αφενός, μεταξύ των χωρών της ΕΕ με τις καλύτερες επιδόσεις και αφετέρου, μεταξύ των «περιφερειακών» χωρών. Έτσι, διαπιστώνεται, πλέον, πρωτοφανές χάσμα 20,6 ποσοστιαίων μονάδων μεταξύ του χαμηλότερου ποσοστού ανεργίας της ΕΕ (Αυστρία, με 4,5%) και του υψηλότερου (Ισπανία, με 25,1%).
Το δεύτερο τρίμηνο του 2012, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2011, στην Ελλάδα χάθηκαν 405.000 θέσεις απασχόλησης, στην Ισπανία 745.000 και την Πορτογαλία 205.000. Ο αριθμός των μακροχρόνια ανέργων αυξήθηκε σε 15 κράτη μέλη από πέρυσι, φθάνοντας τα 10,7 εκατομμύρια, ενώ, οι μακροχρόνια άνεργοι αντιστοιχούν, πλέον, στο 4,5% του ενεργού πληθυσμού (+0,4% κατά τη διάρκεια του έτους).
Ιδιαίτερα δυσοίωνες είναι οι προοπτικές εργασίας για τους νέους. Η ανεργία των νέων έχει αυξηθεί δραματικά (22,5% στην ΕΕ τον Ιούλιο) και 12 κράτη μέλη κατέγραψαν ποσοστά άνω του 25%, ενώ, μόνο τρία κράτη παραμένουν κάτω από το 10% (Αυστρία, Γερμανία και Ολλανδία).
Παράλληλα με τους ανέργους, καταμετρώνται 8,6 εκατ. υποαπασχολούμενοι εργαζόμενοι μερικού χρόνου κατά κύριο λόγο γυναίκες - και επιπλέον 10,9 εκατ. άτομα βρίσκονταν σε μια γκρίζα ζώνη μεταξύ αεργίας και ανεργίας, όπως εκείνοι που έχουν εγκαταλείψει την αναζήτηση εργασίας.
Στα συμπεράσματα της έκθεσης περιλαμβάνεται και η συρρίκνωση του εισοδήματος των νοικοκυριών. Είναι χαρακτηριστικό ότι μεταξύ 2009 και 2011 το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών μειώθηκε κατά δύο τρίτα στις χώρες της ΕΕ, με τη μεγαλύτερη μείωση να καταγράφεται στην Ελλάδα (-15,7%), την Ιρλανδία (-9%) και τη Λιθουανία, την Ισπανία, την Κύπρο και την Ουγγαρία (άνω του 4%).
Όπως σημειώνει η Κομισιόν αυτή η εξέλιξη βρίσκεται σε ευθεία αντίθεση με την κατάσταση που επικρατεί στην Ολλανδία, τη Γερμανία, το Βέλγιο, τη Σλοβενία και τη Γαλλία, όπου τα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας και οι πιο ελαστικές αγορές εργασίας έχουν επιτρέψει στα συνολικά εισοδήματα να συνεχίσουν την ανοδική τους πορεία κατά τη διάρκεια της κρίσης. Ωστόσο, η κρίση έχει πλήξει σημαντικά τμήματα του πληθυσμού και έχει προκαλέσει αύξηση της φτώχειας και σε αυτές τις χώρες.
Παράλληλα, η παιδική φτώχεια αποτελεί πρόβλημα για όλο και περισσότερα νοικοκυριά, λόγω ανεπαρκών εσόδων από την εργασία των γονέων και ελλιπούς υποστήριξης των νοικοκυριών με παιδιά.
Το ποσοστό των παιδιών που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο φτώχειας (μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις) κυμαίνεται από περίπου 10% στη Δανία και τη Φινλανδία, έως άνω του 20% στην Ισπανία, την Ελλάδα, τη Βουλγαρία, την Πορτογαλία, την Ιταλία, τη Ρουμανία, τη Λετονία, την Πολωνία, τη Λιθουανία και το Λουξεμβούργο.
Το μέγεθος και η αποτελεσματικότητα των επιδομάτων τέκνων παρουσιάζουν μεγάλες διακυμάνσεις σε ολόκληρη την ΕΕ.
naftemporiki.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου