Γράφει ο Αθανάσιος Παπανδρόπουλος
Δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία ότι η υπό τον πρωθυπουργό κ. Αντώνη Σαμαρά επιχειρηματική και εμπορική επίσκεψη Ελλήνων επιχειρηματιών στο Κατάρ είναι πέρα για πέρα θετική. Αυτό το μικρό Εμιράτο, με 80.440 δολλάρια κατά κεφαλήν εισόδημα, είναι η πλουσιότερη χώρα στο κόσμο –μαζί με το Λουξεμβούργο, την Νορβηγία και το Λιχτενστάϊν. Το 2011, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν του έφθασε τα 173 δισεκατ. δολλάρια και ελάχιστα απείχε από το
αντίστοιχο ελληνικό, παρά το γεγονός ότι πληθυσμιακά η χώρα αυτή είναι οκτώ φορές μικρότερη από την Ελλάδα. Επίσης, με 20% ανάπτυξη ετησίως και μηδενική ανεργία, το Κατάρ είναι ένας από τους ισχυρούς παγκόσμιους επενδυτές, με την κρατική επενδυτική εταιρεία Investment Authority να συμμετέχει σε πάνω από 200 μεγάλες εταιρείες παγκοσμίως. Μεταξύ των τελευταίων, για παράδειγμα, μνημονεύουμε τις Ζήμενς, Μπάρκλεϋς, Φολκσβάγκεν, Τοτάλ, Σαίνσμπουρυ, κ.α. Προσφάτως δε το Κατάρ –που θα διοργανώσει το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου το 2022– επενδύει και σε συμμετοχές σε μεγάλες ευρωπαϊκές ποδοσφαιρικές ομάδες, με πρώτη εξαγορά αυτήν της γαλλικής Παρί Σαιν Ζερμαίν (PSG).
Όπως μάς έλεγε προσφάτως επενδυτικός σύμβουλος του Εμίρη του Κατάρ, Χαμάντ μπεν Καλιφά αλ-Τανί, η διεθνής επενδυτική στρατηγική του Εμιράτου αποσκοπεί στην από μέρους του προετοιμασία της «μετά πετρέλαιο» εποχής, η οποία απαιτεί διαφοροποιημένες οικονομικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες. Έτσι, το Κατάρ εφαρμόζει και ένα πολύ φιλόδοξο πρόγραμμα εσωτερικής αναπτύξεως, που φέρει τον τίτλο «Όραμα 2030» και το οποίο συνίσταται σε σημαντικές επενδύσεις στην ενέργεια, στην πετροχημική βιομηχανία, στα λιπάσματα και στο αλουμίνιο. Επίσης, το Εμιράτο χρηματοδοτεί και ελέγχει το τηλεοπτικό δίκτυο Αλ-Τζαζίρα και σε γεωπολιτικό επίπεδο, όντας σύμμαχος της Δύσεως, προσπαθεί να αποκαταστήσει γέφυρες διαλόγου μεταξύ του μετριοπαθούς Ισλάμ και των δυτικών δημοκρατικών.
Είναι λοιπόν ξεκάθαρο ότι το Κατάρ, μέσω των επενδύσεών του, επιδιώκει να αυξήσει και το διπλωματικό του βάρος –γεγονός που επιβεβαιώνεται και από την εγκατάσταση στο έδαφός του, από το 2002, της μεγαλύτερης αμερικανικής στρατιωτικής βάσεως στην Μέση Ανατολή. Από αυτά που προηγούνται προκύπτει, εμμέσως πλην σαφώς, ότι η κρατική επενδυτική εταιρεία του Κατάρ, όταν κάνει επενδύσεις εκτός Εμιράτου, τις συνδέει κατά κανόνα κα με διπλωματικές σκοπιμότητες, στις οποίες ο Εμίρης της χώρας προσδίδει μεγάλο βάρος.
Έτσι, ένα πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι αυτό των διπλωματικών και γεωπολιτικών ερεισμάτων που θα μπορούσε να προσφέρει η Ελλάδα στο Κατάρ, ώστε το τελευταίο να αποφασίσει επενδύσεις στην χώρα μας. Ενδιαφέρον είναι να μάθει κανείς, μετά την απόσυρση του Κατάρ από την πολυσυζητημένη επένδυση στο Ελληνικό, ποιοι είναι οι τομείς που ενδεχομένως θα μπορούσαν να ενδιαφέρουν το Εμιράτο και την περίφημη «Επενδυτική Αρχή» του. Αν κρίνουμε από τις μέχρι σήμερα μεγάλες επενδύσεις του Εμιράτου σε Γαλλία, Γερμανία, Ελβετία, Ηνωμένο Βασίλειο και Ισπανία, τα συμπεράσματα για την Ελλάδα μάλλον δεν προσφέρονται για αισιοδοξία. Η χώρα μας ούτε υψηλή τεχνολογία διαθέτει, ούτε περιώνυμα ξενοδοχεία, ούτε μεγάλα καταστήματα τύπου Χάρροντς, ούτε άξια λόγου αμυντική βιομηχανία. Με άλλα λόγια, δεν διαθέτει τους τομείς στους οποίους το Κατάρ έχει πραγματοποιήσει σημαντικές επενδύσεις, οι οποίοι ταυτοχρόνως ενισχύουν και το διπλωματικό κύρος του. Υπάρχουν, ωστόσο, δύο τομείς στους οποίους η Επενδυτική Αρχή θα μπορούσε να επενδύσει στην Ελλάδα, δεδομένου ότι πρόκειται για κλάδους στους οποίους το Εμιράτο έχει μεγάλες ανάγκες. Ο πρώτος από τους κλάδους αυτούς είναι ο αγροτοδιατροφικός. Το Κατάρ έχει τεράστιες διατροφικές ανάγκες και, έως ότου τις καλύψει από παραγωγικές επενδύσεις στο εσωτερικό του, πραγματοποιεί σημαντικές εισαγωγές. Συνεπώς, στον τομέα αυτόν η Ελλάδα πολλά θα μπορούσε να προσφέρει στο Εμιράτο και σε ποικίλα επίπεδα. Το ίδιο ισχύει και για τον αγροτικό τομέα όπου επίσης η μικρή αυτή χώρα έχει ανάγκες, ενώ ταυτοχρόνως αντιμετωπίζει και σοβαρό πρόβλημα πόσιμου νερού. «Το Κατάρ», δήλωσε προσφάτως στα γαλλικά μέσα επικοινωνίας ο διευθυντής του προγράμματος διατροφικής ασφάλειας της χώρας, Φαγιάντ Μπεν Μοχάμεντ αλ-Ατίγια, «εισάγει το 90% των ειδών διατροφής που έχει ανάγκη και, επειδή η κατάστασή μας είναι εξόχως ευάλωτη, πρέπει οι εισαγωγές μας να είναι διασφαλισμένες σε μόνιμη βάση. Αυτός είναι και ο λόγος που λανσάραμε το πρόγραμμα διατροφικής ασφάλειας…». Στο πλαίσιο του προγράμματος αυτού, λοιπόν, το Κατάρ πραγματοποιεί σημαντικές επενδύσεις στην Ευρώπη, που είναι και ο κύριος προμηθευτής του σε είδη διατροφής. Αυτές δε οι επενδύσεις γίνονται με τρόπο τέτοιον ώστε το Εμιράτο να γίνεται απαραίτητο στην Γηραιά Ήπειρο. Αυτός είναι και ο λόγος που, χωρίς τυμπανοκρουσίες, η Επενδυτική Αρχή αγοράζει αγροτική γη σε χώρες όπως η Γαλλία και η Ισπανία, που έχουν και προωθημένη γεωργική παράδοση. Γιατί λοιπόν παρόμοιες επενδύσεις να μην γίνουν και στην Ελλάδα;Επίσης, το Εμιράτο δίνει τεράστιο βάρος και στους τομείς της εκπαίδευσης και της υγείας. Είναι και αυτοί δύο κλάδοι που θα μπορούσαν στην χώρα μας να προσελκύσουν επενδύσεις.Το πρόβλημα είναι ότι δεν γνωρίζουμε αν, μεταξύ των επιχειρηματιών που συνόδευσαν τον πρωθυπουργό στο Εμιράτο των 11.500 τετραγωνικών χιλιομέτρων, υπήρχαν και εκπρόσωποι των κλάδων που προαναφέραμε. Παραμένει έτσι το ερώτημά μας: Μπορεί το Κατάρ να βοηθήσει την Ελλάδα;
Δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία ότι η υπό τον πρωθυπουργό κ. Αντώνη Σαμαρά επιχειρηματική και εμπορική επίσκεψη Ελλήνων επιχειρηματιών στο Κατάρ είναι πέρα για πέρα θετική. Αυτό το μικρό Εμιράτο, με 80.440 δολλάρια κατά κεφαλήν εισόδημα, είναι η πλουσιότερη χώρα στο κόσμο –μαζί με το Λουξεμβούργο, την Νορβηγία και το Λιχτενστάϊν. Το 2011, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν του έφθασε τα 173 δισεκατ. δολλάρια και ελάχιστα απείχε από το
αντίστοιχο ελληνικό, παρά το γεγονός ότι πληθυσμιακά η χώρα αυτή είναι οκτώ φορές μικρότερη από την Ελλάδα. Επίσης, με 20% ανάπτυξη ετησίως και μηδενική ανεργία, το Κατάρ είναι ένας από τους ισχυρούς παγκόσμιους επενδυτές, με την κρατική επενδυτική εταιρεία Investment Authority να συμμετέχει σε πάνω από 200 μεγάλες εταιρείες παγκοσμίως. Μεταξύ των τελευταίων, για παράδειγμα, μνημονεύουμε τις Ζήμενς, Μπάρκλεϋς, Φολκσβάγκεν, Τοτάλ, Σαίνσμπουρυ, κ.α. Προσφάτως δε το Κατάρ –που θα διοργανώσει το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου το 2022– επενδύει και σε συμμετοχές σε μεγάλες ευρωπαϊκές ποδοσφαιρικές ομάδες, με πρώτη εξαγορά αυτήν της γαλλικής Παρί Σαιν Ζερμαίν (PSG).
Όπως μάς έλεγε προσφάτως επενδυτικός σύμβουλος του Εμίρη του Κατάρ, Χαμάντ μπεν Καλιφά αλ-Τανί, η διεθνής επενδυτική στρατηγική του Εμιράτου αποσκοπεί στην από μέρους του προετοιμασία της «μετά πετρέλαιο» εποχής, η οποία απαιτεί διαφοροποιημένες οικονομικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες. Έτσι, το Κατάρ εφαρμόζει και ένα πολύ φιλόδοξο πρόγραμμα εσωτερικής αναπτύξεως, που φέρει τον τίτλο «Όραμα 2030» και το οποίο συνίσταται σε σημαντικές επενδύσεις στην ενέργεια, στην πετροχημική βιομηχανία, στα λιπάσματα και στο αλουμίνιο. Επίσης, το Εμιράτο χρηματοδοτεί και ελέγχει το τηλεοπτικό δίκτυο Αλ-Τζαζίρα και σε γεωπολιτικό επίπεδο, όντας σύμμαχος της Δύσεως, προσπαθεί να αποκαταστήσει γέφυρες διαλόγου μεταξύ του μετριοπαθούς Ισλάμ και των δυτικών δημοκρατικών.
Είναι λοιπόν ξεκάθαρο ότι το Κατάρ, μέσω των επενδύσεών του, επιδιώκει να αυξήσει και το διπλωματικό του βάρος –γεγονός που επιβεβαιώνεται και από την εγκατάσταση στο έδαφός του, από το 2002, της μεγαλύτερης αμερικανικής στρατιωτικής βάσεως στην Μέση Ανατολή. Από αυτά που προηγούνται προκύπτει, εμμέσως πλην σαφώς, ότι η κρατική επενδυτική εταιρεία του Κατάρ, όταν κάνει επενδύσεις εκτός Εμιράτου, τις συνδέει κατά κανόνα κα με διπλωματικές σκοπιμότητες, στις οποίες ο Εμίρης της χώρας προσδίδει μεγάλο βάρος.
Έτσι, ένα πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι αυτό των διπλωματικών και γεωπολιτικών ερεισμάτων που θα μπορούσε να προσφέρει η Ελλάδα στο Κατάρ, ώστε το τελευταίο να αποφασίσει επενδύσεις στην χώρα μας. Ενδιαφέρον είναι να μάθει κανείς, μετά την απόσυρση του Κατάρ από την πολυσυζητημένη επένδυση στο Ελληνικό, ποιοι είναι οι τομείς που ενδεχομένως θα μπορούσαν να ενδιαφέρουν το Εμιράτο και την περίφημη «Επενδυτική Αρχή» του. Αν κρίνουμε από τις μέχρι σήμερα μεγάλες επενδύσεις του Εμιράτου σε Γαλλία, Γερμανία, Ελβετία, Ηνωμένο Βασίλειο και Ισπανία, τα συμπεράσματα για την Ελλάδα μάλλον δεν προσφέρονται για αισιοδοξία. Η χώρα μας ούτε υψηλή τεχνολογία διαθέτει, ούτε περιώνυμα ξενοδοχεία, ούτε μεγάλα καταστήματα τύπου Χάρροντς, ούτε άξια λόγου αμυντική βιομηχανία. Με άλλα λόγια, δεν διαθέτει τους τομείς στους οποίους το Κατάρ έχει πραγματοποιήσει σημαντικές επενδύσεις, οι οποίοι ταυτοχρόνως ενισχύουν και το διπλωματικό κύρος του. Υπάρχουν, ωστόσο, δύο τομείς στους οποίους η Επενδυτική Αρχή θα μπορούσε να επενδύσει στην Ελλάδα, δεδομένου ότι πρόκειται για κλάδους στους οποίους το Εμιράτο έχει μεγάλες ανάγκες. Ο πρώτος από τους κλάδους αυτούς είναι ο αγροτοδιατροφικός. Το Κατάρ έχει τεράστιες διατροφικές ανάγκες και, έως ότου τις καλύψει από παραγωγικές επενδύσεις στο εσωτερικό του, πραγματοποιεί σημαντικές εισαγωγές. Συνεπώς, στον τομέα αυτόν η Ελλάδα πολλά θα μπορούσε να προσφέρει στο Εμιράτο και σε ποικίλα επίπεδα. Το ίδιο ισχύει και για τον αγροτικό τομέα όπου επίσης η μικρή αυτή χώρα έχει ανάγκες, ενώ ταυτοχρόνως αντιμετωπίζει και σοβαρό πρόβλημα πόσιμου νερού. «Το Κατάρ», δήλωσε προσφάτως στα γαλλικά μέσα επικοινωνίας ο διευθυντής του προγράμματος διατροφικής ασφάλειας της χώρας, Φαγιάντ Μπεν Μοχάμεντ αλ-Ατίγια, «εισάγει το 90% των ειδών διατροφής που έχει ανάγκη και, επειδή η κατάστασή μας είναι εξόχως ευάλωτη, πρέπει οι εισαγωγές μας να είναι διασφαλισμένες σε μόνιμη βάση. Αυτός είναι και ο λόγος που λανσάραμε το πρόγραμμα διατροφικής ασφάλειας…». Στο πλαίσιο του προγράμματος αυτού, λοιπόν, το Κατάρ πραγματοποιεί σημαντικές επενδύσεις στην Ευρώπη, που είναι και ο κύριος προμηθευτής του σε είδη διατροφής. Αυτές δε οι επενδύσεις γίνονται με τρόπο τέτοιον ώστε το Εμιράτο να γίνεται απαραίτητο στην Γηραιά Ήπειρο. Αυτός είναι και ο λόγος που, χωρίς τυμπανοκρουσίες, η Επενδυτική Αρχή αγοράζει αγροτική γη σε χώρες όπως η Γαλλία και η Ισπανία, που έχουν και προωθημένη γεωργική παράδοση. Γιατί λοιπόν παρόμοιες επενδύσεις να μην γίνουν και στην Ελλάδα;Επίσης, το Εμιράτο δίνει τεράστιο βάρος και στους τομείς της εκπαίδευσης και της υγείας. Είναι και αυτοί δύο κλάδοι που θα μπορούσαν στην χώρα μας να προσελκύσουν επενδύσεις.Το πρόβλημα είναι ότι δεν γνωρίζουμε αν, μεταξύ των επιχειρηματιών που συνόδευσαν τον πρωθυπουργό στο Εμιράτο των 11.500 τετραγωνικών χιλιομέτρων, υπήρχαν και εκπρόσωποι των κλάδων που προαναφέραμε. Παραμένει έτσι το ερώτημά μας: Μπορεί το Κατάρ να βοηθήσει την Ελλάδα;
Το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι αν μπορεί το Κατάρ να βοηθήσει την Ελλάδα, αλλά αν θέλει και με ποιους όρους.
ΑπάντησηΔιαγραφή«Είναι λοιπόν ξεκάθαρο ότι το Κατάρ, μέσω των επενδύσεών του, επιδιώκει να αυξήσει και το διπλωματικό του βάρος –γεγονός που επιβεβαιώνεται και από την εγκατάσταση στο έδαφός του, από το 2002, της μεγαλύτερης αμερικανικής στρατιωτικής βάσεως στην Μέση Ανατολή. Από αυτά που προηγούνται προκύπτει, εμμέσως πλην σαφώς, ότι η κρατική επενδυτική εταιρεία του Κατάρ, όταν κάνει επενδύσεις εκτός Εμιράτου, τις συνδέει κατά κανόνα κα με διπλωματικές σκοπιμότητες, στις οποίες ο Εμίρης της χώρας προσδίδει μεγάλο βάρος. Έτσι, ένα πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι αυτό των διπλωματικών και γεωπολιτικών ερεισμάτων που θα μπορούσε να προσφέρει η Ελλάδα στο Κατάρ, ώστε το τελευταίο να αποφασίσει επενδύσεις στην χώρα μας.»’
‘Αυτός είναι και ο λόγος που, χωρίς τυμπανοκρουσίες, η Επενδυτική Αρχή αγοράζει αγροτική γη σε χώρες όπως η Γαλλία και η Ισπανία, που έχουν και προωθημένη γεωργική παράδοση. Γιατί λοιπόν παρόμοιες επενδύσεις να μην γίνουν και στην Ελλάδα; Επίσης, το Εμιράτο δίνει τεράστιο βάρος και στους τομείς της εκπαίδευσης και της υγείας. Είναι και αυτοί δύο κλάδοι που θα μπορούσαν στην χώρα μας να προσελκύσουν επενδύσεις.’ γράφει ο κ. Παπανδρόπουλος στο ενδιαφέρον αυτό άρθρο του .
Υπάρχει όμως και μια άλλη πτυχή της μετάβασης την οποία δεν προβάλλει καθόλου. Ας τη δούμε κι αυτή: (http://www.newsbomb.gr/ethnika/story/275121/) ‘Ο βρώμικος ρόλος του Κατάρ, η Τουρκία και η ανυπαρξία εθνικής πολιτικής. Πώς η Ελλάδα σύρθηκε απροετοίμαστη σε μια δήθεν τυχαία συνάντηση του Σαμαρά με τον Ερντογάν, ο οποίος «ενώ μας χρωστάει, μας παίρνει και το βόδι»’.
Και μην μου πείτε ότι είμαι φιλύποπτος αφού είναι σε όλους γνωστό ότι το μοναδικό μέρος που υπάρχει τζάμπα τυρί είναι η φάκα.