Γράφει ο Πάσχος Μανδραβέλης
Εχει ένα δίκιο το στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ κ. Γιώργος Μπαλάφας όταν έγραψε ότι «η πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ στη δημοσκόπηση της VPRC, δεν μπορεί και δεν πρέπει να μην κρύψει την ανοδική τάση των ναζί. Η αντίθεσή μας στα μνημόνια και στη λιτότητα που θρέφει τη Χρυσή Αυγή μπορεί και πρέπει να συνοδευτεί από ένα πλατύ αντιφασιστικό μέτωπο!».
Το δίκιο του δεν είναι ότι
η «αντίθεση στα μνημόνια θρέφει τη Χρυσή Αυγή». Αυτό μάλλον που ήθελε να πει ο κ. Μπαλάφας είναι η γνωστή αριστερή καραμέλα ότι «τα μνημόνια θρέφουν τη Χρυσή Αυγή». Αλλά και, εκ των πραγμάτων, καμιά πολιτική θέση δεν θρέφει τον φασισμό. Αντιθέτως: η σύγκρουση απόψεων δυναμώνει τη δημοκρατία. Αυτό που θρέφει τον φασισμό είναι ο τρόπος αντίδρασης σε πολιτικές θέσεις. Ποιος θυμάται τους προπηλακισμούς των βουλευτών τον πρώτο καιρό της «αγανάκτησης»; Τις «αντισυγκεντρώσεις» στο ΠΑΣΟΚ που έκαναν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ; Οταν νομιμοποιείται η έστω χαμηλής έντασης πολιτική βία, στη συνείδηση των ανθρώπων νομιμοποιείται κάθε βία. Ακόμη και η φασιστική. Το χειρότερο είναι ότι επειδή η βία δημιουργεί ψευδαισθήσεις επίλυσης προβλημάτων γίνεται εθιστική· οι πολίτες θέλουν όλο και μεγαλύτερες δόσεις. Αν σε κάποιο πανηγύρι εμφανιστούν και πάλι έγχρωμοι μικροπωλητές, το Ενιαίο Συνδικάτο των εγχωρίων δεν θα αρκεστεί να χειροκροτήσει την «κίνηση ματ της Χρυσής Αυγής». Πιθανότατα να ζητήσει και πιο «αποτελεσματικά» μέτρα.
Το δίκιο του κ. Μπαλάφα έγκειται στην ακροτελεύτια φράση του περί της δημιουργίας ενός ευρύτατου αντιφασιστικού μετώπου. Χρειάζεται, αλλά δεν πρέπει να είναι πλατύ μόνο οριζοντίως στο πολιτικό σύστημα, αλλά και καθέτως στο αξιακό σύστημα της χώρας. Εκ των πραγμάτων ένα «πλατύ αντιφασιστικό μέτωπο» πρέπει να εκτείνεται από τα δεξιά μέχρι τα αριστερά του πολιτικού φάσματος. Το μόνο που ενώνει τους δύο αυτούς πόλους είναι η πίστη στους κοινούς κανόνες πολιτικής διαμάχης, δηλαδή στη δημοκρατική διαδικασία. Για τους συνεπείς δημοκράτες όλων των χώρων το πρόβλημα με τη Χρυσή Αυγή δεν είναι αυτά που λέει, αλλά αυτά που κάνει. Μπορεί να διαφωνούν οριζοντίως και καθέτως, μπορεί να χλευάζουν τις ανοησίες περί «αίματος και τιμής», αλλά δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία μπούρδα που ακούν στη ζωή τους. Το βασικό πρόβλημα κάθε δημοκράτη είναι το έλλειμμα σεβασμού προς τη δημοκρατία, δηλαδή η παραβίαση των κοινών κανόνων συμβίωσης. Ενα πλατύ αντιφασιστικό μέτωπο λοιπόν δεν μπορεί παρά να έχει ως βάση τη δημοκρατική νομιμότητα και τον σεβασμό της προς αυτή. Μπορεί να λέγεται αντιφασιστικό, αλλά πρέπει στην ουσία να είναι φιλοδημοκρατικό. Η παρανομία δεν μπορεί να γίνεται ανεκτή, ούτε η αυτοδικία ακόμη κι εναντίον των φασιστών. Ο φασίστας έχει δικαίωμα να υπάρχει και αντιμετωπίζεται μόνο με λόγο και όχι με τις μεθόδους του.
Αυτό που χρειάζεται η χώρα και μπορεί να το κάνει το «πλατύ φιλοδημοκρατικό μέτωπο» είναι η επαναβεβαίωση του κοινωνικού συμβολαίου. Με όλα όσα αυτό προβλέπει. Πρέπει να γίνει γρήγορα γιατί ο φασισμός, παρά τους όρκους μιας γενιάς, κερδίζει τις καρδιές και τα μυαλά πολλών πολιτών, οι οποίοι -ας μην τους κακίζουμε- έτσι έμαθαν. Διδάχθηκαν ότι νόμος είναι το δικό τους δίκιο. Κι αν το αποδίδει αποτελεσματικότερα η Χρυσή Αυγή, έ τι να κάνουν; Στο χρώμα θα κολλήσουν;
Η Καθημερινή
Εχει ένα δίκιο το στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ κ. Γιώργος Μπαλάφας όταν έγραψε ότι «η πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ στη δημοσκόπηση της VPRC, δεν μπορεί και δεν πρέπει να μην κρύψει την ανοδική τάση των ναζί. Η αντίθεσή μας στα μνημόνια και στη λιτότητα που θρέφει τη Χρυσή Αυγή μπορεί και πρέπει να συνοδευτεί από ένα πλατύ αντιφασιστικό μέτωπο!».
Το δίκιο του δεν είναι ότι
η «αντίθεση στα μνημόνια θρέφει τη Χρυσή Αυγή». Αυτό μάλλον που ήθελε να πει ο κ. Μπαλάφας είναι η γνωστή αριστερή καραμέλα ότι «τα μνημόνια θρέφουν τη Χρυσή Αυγή». Αλλά και, εκ των πραγμάτων, καμιά πολιτική θέση δεν θρέφει τον φασισμό. Αντιθέτως: η σύγκρουση απόψεων δυναμώνει τη δημοκρατία. Αυτό που θρέφει τον φασισμό είναι ο τρόπος αντίδρασης σε πολιτικές θέσεις. Ποιος θυμάται τους προπηλακισμούς των βουλευτών τον πρώτο καιρό της «αγανάκτησης»; Τις «αντισυγκεντρώσεις» στο ΠΑΣΟΚ που έκαναν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ; Οταν νομιμοποιείται η έστω χαμηλής έντασης πολιτική βία, στη συνείδηση των ανθρώπων νομιμοποιείται κάθε βία. Ακόμη και η φασιστική. Το χειρότερο είναι ότι επειδή η βία δημιουργεί ψευδαισθήσεις επίλυσης προβλημάτων γίνεται εθιστική· οι πολίτες θέλουν όλο και μεγαλύτερες δόσεις. Αν σε κάποιο πανηγύρι εμφανιστούν και πάλι έγχρωμοι μικροπωλητές, το Ενιαίο Συνδικάτο των εγχωρίων δεν θα αρκεστεί να χειροκροτήσει την «κίνηση ματ της Χρυσής Αυγής». Πιθανότατα να ζητήσει και πιο «αποτελεσματικά» μέτρα.
Το δίκιο του κ. Μπαλάφα έγκειται στην ακροτελεύτια φράση του περί της δημιουργίας ενός ευρύτατου αντιφασιστικού μετώπου. Χρειάζεται, αλλά δεν πρέπει να είναι πλατύ μόνο οριζοντίως στο πολιτικό σύστημα, αλλά και καθέτως στο αξιακό σύστημα της χώρας. Εκ των πραγμάτων ένα «πλατύ αντιφασιστικό μέτωπο» πρέπει να εκτείνεται από τα δεξιά μέχρι τα αριστερά του πολιτικού φάσματος. Το μόνο που ενώνει τους δύο αυτούς πόλους είναι η πίστη στους κοινούς κανόνες πολιτικής διαμάχης, δηλαδή στη δημοκρατική διαδικασία. Για τους συνεπείς δημοκράτες όλων των χώρων το πρόβλημα με τη Χρυσή Αυγή δεν είναι αυτά που λέει, αλλά αυτά που κάνει. Μπορεί να διαφωνούν οριζοντίως και καθέτως, μπορεί να χλευάζουν τις ανοησίες περί «αίματος και τιμής», αλλά δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία μπούρδα που ακούν στη ζωή τους. Το βασικό πρόβλημα κάθε δημοκράτη είναι το έλλειμμα σεβασμού προς τη δημοκρατία, δηλαδή η παραβίαση των κοινών κανόνων συμβίωσης. Ενα πλατύ αντιφασιστικό μέτωπο λοιπόν δεν μπορεί παρά να έχει ως βάση τη δημοκρατική νομιμότητα και τον σεβασμό της προς αυτή. Μπορεί να λέγεται αντιφασιστικό, αλλά πρέπει στην ουσία να είναι φιλοδημοκρατικό. Η παρανομία δεν μπορεί να γίνεται ανεκτή, ούτε η αυτοδικία ακόμη κι εναντίον των φασιστών. Ο φασίστας έχει δικαίωμα να υπάρχει και αντιμετωπίζεται μόνο με λόγο και όχι με τις μεθόδους του.
Αυτό που χρειάζεται η χώρα και μπορεί να το κάνει το «πλατύ φιλοδημοκρατικό μέτωπο» είναι η επαναβεβαίωση του κοινωνικού συμβολαίου. Με όλα όσα αυτό προβλέπει. Πρέπει να γίνει γρήγορα γιατί ο φασισμός, παρά τους όρκους μιας γενιάς, κερδίζει τις καρδιές και τα μυαλά πολλών πολιτών, οι οποίοι -ας μην τους κακίζουμε- έτσι έμαθαν. Διδάχθηκαν ότι νόμος είναι το δικό τους δίκιο. Κι αν το αποδίδει αποτελεσματικότερα η Χρυσή Αυγή, έ τι να κάνουν; Στο χρώμα θα κολλήσουν;
Η Καθημερινή
Έτσι, για ξεκίνημα. . . .
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαρακολουθώ φίλοι μου ανελλιπώς τις δύο Τούρκικες σειρές που προβάλλονται απ την τηλεόραση του ΑΝΤ1 και επειδή πολλές φορές υποπτεύομαι ότι δεν εμφανίζονται στους υπότιτλους όλα όσα ακούγονται απ την οθόνη, καταφεύγω στη βοήθεια της κόρης μου. Ξέρετε, η κόρη μου είναι τουρκομαθής. Βέβαια. Με την Απόφασή του 61539/Γ2 ο Υφυπουργός Εθνικής (παρακαλώ;) Παιδείας και Θρησκευμάτων μετά από εισήγηση του (Ελληνικού) Παιδαγωγικού Ινστιτούτου όπως αυτή διατυπώθηκε στην υπ αριθμό 7/2006 πράξη του τμήματος Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, καθόρισε το αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών για την διδασκαλία της Τουρκικής γλώσσας στις Α’, Β’ και Γ’ τάξεις του γυμνασίου. Η ισχύς της απόφασης άρχισε απ το σχολικό έτος 2006-2007. (ΦΕΚ 867/Β/10-7-2006, θα το βρείτε στο www.et.gr). Ένας από τους λόγους που καταριέμαι την τύχη μου που γεννήθηκα νωρίς είναι πως δεν πρόλαβα την διδασκαλία της Τουρκικής γλώσσας στο Ελληνικό γυμνάσιο στο οποίο πλέον έχει θεσπισθεί και το portfolio γλωσσών, όπου καταγράφονται οι δεξιότητες κλειδιά που θα πρέπει να κατέχουν οι μαθητές για να επικοινωνήσουν και να συνδιαλλάσσονται σε μία πολυπολιτισμική και πολυγλωσσική Ενωμένη Ευρώπη. Θα μου πεις η Τουρκία δεν έχει ενταχθεί στην Ενωμένη Ευρώπη αλλά Απρίλης – Μάης κοντά ειν το θέρος. Αν μάλιστα δεν υπήρχαν και κάποιοι Αυστριακοί και Πολωνοί ρατσιστές και σωβινιστές που δεν μπορούν ακόμα να ξεχάσουν την πολιορκία της Βιέννης ίσων να είχε ενταχθεί κι όλα. Πάντως οφείλω να ομολογήσω ότι ο Υφυπουργός Εθνικής (παρακαλώ;) Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Γεώργιος Καλός και το (Ελληνικό) Παιδαγωγικό Ινστιτούτο φαίνεται πως πρόβλεψαν από τότε την πλημμυρίδα των Τουρκικών σήριαλ που θα κατέκλυζε την Ελληνική Τηλεόραση και φρόντισαν για την κατά το δυνατό καλύτερη προετοιμασία του Ελληνικού λαού να τα παρακολουθήσει..
Σοβαρή η τοποθέτηση του κ. Π.Μ. Ο «ναζισμός» είναι τέκνο της αστικής δημοκρατίας, ας μην στρεφόμαστε λοιπόν κατά του τέκνου αλλά θωρακίζοντάς την να αποτρέπουμε εκείνους που την «γονιμοποιούν» κάθε φορά ώστε να μη ξανατεκνοποιήσει.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑς δούμε μερικά ιστορικά στοιχεία. Οι κατάλογοι με τα μέλη του Εθνικού Σοσιαλιστικού Κόμματος των Γερμανών Εργατών (NSDAP) βρέθηκαν. Εκεί διαπιστώθηκε ότι πάνω απ το 75% των μελών του (οι αριθμοί στέκουν εκεί και μας χλευάζουν) ήσαν μικροαστοί που φοβούνταν ότι με την οικονομική πολιτική της τότε κυβέρνησης «θα περιέπιπταν εις κατάστασιν προλεταρίου». Η σημερινή οικονομική κατάσταση της Ελληνικής αστικής αλλά κυρίως της μικροαστικής τάξης δεν είναι ότι καλύτερο και δεν φαίνεται να υπάρχει φως γι αυτήν στην άκρη του τούνελ άλλο απ της κόλασης. Ο κ. Μπαλάφας φαίνεται να έχει δίκιο πως τα μνημόνια εκτρέφουν τον «ναζισμό». Υπάρχει ωστόσο μία κρίσιμη διαφορά: Η τότε Γερμανική άρχουσα τάξη «ξεζούμιζε» τον Γερμανικό λαό για να πληρώσει τις υπέρογκες πολεμικές αποζημιώσεις που της είχαν επιβάλει άφρονες νικητές του 1ου Π.Π. Η Ελληνική άρχουσα τάξη «ξεζουμίζει» τον Ελληνικό λαό για να πληρώσει δάνεια που πήρε και ή τα ιδιοποιήθηκε ή αντί για ανάπτυξη τα χρησιμοποίησε για να παραμείνει με κάθε τρόπο στην εξουσία, με πιό χαρακτηριστικά παραδείγματα το δάνειο του 1824 και το Τσοβόλα δώστα όλα.
Ας θυμηθούμε ακόμα ότι και οι αρχαίοι μας πρόγονοι έδιναν πλήρη πολιτικά δικαιώματα σε εκείνους που «έκτισαν την πόλη, την διατήρησαν ελεύθερη και την βοήθησαν να μεγαλουργήσει» και τους απογόνους τους. Τα περί «αίματος και τιμής» δεν φαίνεται να είναι και τόσο μπούρδες, κατά την αρχαία μας παράδοση τουλάχιστον, και είναι σφάλμα να αφήσουμε να τα καπηλεύονται ψηφοθηρικά «θετικά» ή «αρνητικά» ορισμένα κόμματα.
Ο κ. Μανδραβέλης θέτει ως βάση για ένα πλατύ φιλοδημοκρατικό μέτωπο τη δημοκρατική νομιμότητα και τον σεβασμό προς αυτήν, με άλλα λόγια την τήρηση των νόμων, αναφέροντας όμως ότι οι νόμοι δεν τηρούνται ακόμα κι από εκείνους που ζητούν την εξουσιοδότησή μας όχι μόνο για να τους τηρούν αλλά και για να νομοθετούν. Αλλά ποιών νόμων ζητάμε τον σεβασμό; Ο «Εξουσιοδοτικός νόμος» λ.χ. (Ermächtigungsgesetz, που επίσημα λεγόταν "Νόμος αποτροπής κινδύνου για τον λαό και το Ράιχ", το βασικό «εργαλείο» του ναζισμού), παραχωρούσε στην κυβέρνηση όλη την νομοθετική εξουσία, ανεξάρτητα από το Ράιχσταγκ, την Γερμανική βουλή.
Οι τελευταίες Ελληνικές κυβερνήσεις ενήργησαν λες και υπάρχει ουσιαστικά κάποιος Ermächtigungsgesetz, αφού το μνημόνιο Νο 1 (δανειακή σύμβαση) δεν εμφανίστηκε στην Ελληνική Βουλή, ούτε οι μεταβιβάσεις χωρίς επιστροφή περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου στην Α.Ε. Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ ούτε βέβαια ο εξωδικαστικός συμβιβασμός με την SIEMENS, ενώ το μνημόνιο 2 ψηφίστηκε χωρίς καν να έχει διαβαστεί. Αν θέλουμε να θωρακίσουμε τη δημοκρατία μας ώστε να μην την «γονιμοποιούν» οι αντιπρόσωποί μας και να μην πυκνώνουμε τις τάξεις των «ναζιστικών» κομμάτων με μικροαστούς σε απόγνωση μήπως πρέπει να νομοθετούμε ορίζοντας κάποιο αξιακό σύστημα με στόχο την «διατήρηση της πόλης ελεύθερης και μεγαλουργούσης» χωρίς Ermächtigungsgesetz; Στη σημερινή κατάσταση και με αυτή την πολιτική ηγεσία είναι αυτό εφικτό;