Γράφει ο Γιάννης Πανούσης
Δεν έχω άλλα όπλα,
εκτός από τη γλώσσα μου
Δ. Πιστικός, Η ενάτη σταυροφορία
1. Ο φόβος από το έγκλημα (εγκληματοφοβία) βασίζεται τις περισσότερες φορές στην πραγματική (ή κατασκευασμένη) αύξηση της εγκληματικότητας η οποία – συνήθως μέσω των Media – διαχέεται σε όλο το
κοινωνικό σώμα και επηρεάζει τόσο την κοινή γνώμη όσο και τις ατομικές αντιλήψεις.
O φόβος θυματοποίησης περισσότερο υποκειμενικά χαρακτηριστικά, με την έννοια ότι οφείλεται κυρίως στην αίσθηση που έχει κάποιος ότι θα πέσει θύμα εγκληματικής ενέργειας.
Λόγω ηλικίας, φύλου, εθνότητας, επαγγέλματος, τόπου διαμονής, ορισμένα άτομα πιστεύουν ότι διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από αυτόν που αφορά τον γενικό πληθυσμό να τους επιτεθούν στο δρόμο, στη δουλειά, στο σπίτι ή να ασκήσουν φυσική βία εναντίον τους.
Ο φόβος θυματοποίησης συχνά συνδέεται με την αύξηση της εγκληματικότητας χωρίς όμως να αποκλείεται η περίπτωση να καλλιεργείται στο φανταστικό (ενός τηλεθεατή) ή στο παθολογικό (ενός γενικά «φοβητσιάρη»).
Τα τελευταία δύο χρόνια τόσο η ποσοτική αύξηση της βίαιης εκληματικότητας όσο και η ποιοτική διεύρυνσή της σε όλα τα κοινωνικά στρώματα και σε όλες τις γεωγραφικές περιοχές, έχουν διαμορφώσει ένα γενικευμένο κλίμα ανασφάλειας που κυρίως αφορά στους κινδύνους από ένοπλες ληστείες και διαρρήξεις.
Το γεγονός ότι οι διαρρήκτες εισέρχονται πλέον στα σπίτια εν γνώσει τους ότι οι κάτοικοι είναι μέσα έχει οδηγήσει τον περισσότερο κόσμο να φοβάται ακόμα και τη σκιά του ή οποιονδήποτε θόρυβο. Παρά ταύτα, δεν λαμβάνουν όλοι προληπτικά μέτρα γιατί λείπει από τη χώρα μας η εκπαίδευση στη διαχείριση τόσο του φόβου όσο και των κινδύνων.
2. Η οικονομική κρίση επηρεάζει κυρίως τη λεγόμενη εγκληματικότητα επιβίωσης, δηλαδή μικροκλοπές τροφίμων, ειδών πρώτης ανάγκης, φαρμάκων κλπ.
Η οικονομική κρίση επίσης, διευρύνει τον παράνομο κύκλο των δραστηριοτήτων που σχετίζονται με την πορνεία, τη χρήση ναρκωτικών, την επαιτεία και συμβάλλει στην αύξηση των αυτοκτονιών και της κατάθλιψης.
Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να συνδεθεί ευθέως η οικονομική κρίση (π.χ. ανεργία, φτώχεια κλπ) με τα εγκλήματα ιδιαίτερης σκληρότητας και άσκοπης βία (π. χ. φόνοι με καλάσνικωφ σε ληστείες σε σπίτια ή σε τράπεζες).
Δεν πρέπει βέβαια να ξεχνάμε ότι η οικονομική κρίση πολλές φορές δίνει την ευκαιρία σε ορισμένους να τελέσουν εγκλήματα λευκού κολλάρου, απάτες, τοκογλυφίες κλπ.
Ο φόβος θυματοποίησής μας στις περιπτώσεις κυρίως των εγκλημάτων επιβίωσης εξηγείται από το γεγονός ότι πιστεύουμε πως κάθε απελπισμένος, απολυμένος, αποκλεισμένος μπορεί – σχεδόν αυτόματα να μεταβληθεί σε εγκληματία και να απειλήσει τα έννομα αγαθά μας. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει παρά μόνο στις περιπτώσεις γενικευμένης ανομίας (π. χ. πλιάτσικο σε μαγαζιά) όταν το πολιτικό σύστημα έχει πλήρως απονομιμοποιηθεί.
3. Η ταύτιση του «κακού, του επικίνδυνου, του (δυνάμει) εγκληματία με τον Άλλο, τον ξένο, αυτόν που δεν είναι σαν κι εμάς έχει διαχρονική και διατοπική ισχύ. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά (εθνοτική καταγωγή, χρώμα μαλλιών, θρήσκευμα, δυσμορφίες) επιλέγονται με βάση στερεοτυπικές αντιλήψεις αλλά και συγκυριακές φοβίες.
Άλλοτε φοβόμαστε τον μαύρο κι άλλοτε τον κίτρινο. Άλλοτε τον μακρυμάλλη κι άλλοτε τον skinhead.
Η πολιτισμική διαφοροποίηση ή η φυλετική ιδιαιτερότητα παραμένουν στο πεδίο των κοινωνικών στερεοτύπων όσο δεν εμφανίζονται απρόβλεπτες κρίσεις (πολιτικές, οικονομικές κλπ). Τότε πολύ εύκολα ο «διαφορετικός» χαρακτηρίζεται εχθρός και η επιφύλαξη απέναντί του μετατρέπεται σε διακριτική μεταχείριση, διωγμό, εγκληματοποίηση (hate crimes).
Η οικονομική κρίση της τελευταίας διετίας ώθησε δυστυχώς πολλούς έλληνες στην αναζήτηση αποδιοπομπαίων τράγων, στο στιγματισμό ολόκληρων εθνοτικών ομάδων και στο κυνήγι εξιλαστήριων θυμάτων.
4. Η αθρόα προσέλευση στη χώρα μας την τελευταία περίοδο μεταναστών από την Αφρική ή εμπόλεμες περιοχές (Αφγανιστάν, Ιράκ), δημιούργησε ένα δεύτερο κύμα ηθικού πανικού, ισχυρότερο από το πρώτο κύμα στα τέλη του ’90 που αφορούσε τους βαλκάνιους μετανάστες.
Η νέα αυτή κατηγορία μεταναστών, οι οποίοι είναι περισσότερο εξαθλιωμένοι από τους προηγούμενους, δεν γνωρίζουν καθόλου τη γλώσσα μας και στην πλειονότητά τους είναι μουσουλμάνοι, αύξησαν στον ύψιστο βαθμό το αίσθημα ανασφάλειας των Ελλήνων. Αν κανείς προσθέσει και το γεγονός ότι ζουν στο κέντρο της Αθήνας, σε άθλιες συνθήκες, συμμετέχουν στο παραεμπόριο και στην μικροεγκληματικότητα του δρόμου, αντιλαμβανόμαστε γιατί διογκώθηκε τόσο πολύ ο φόβος θυματοποίησης.
Σε κάθε περίπτωση, η σώρευση σε ορισμένες περιοχές (Ομόνοια, Άγιος Παντελεήμονας, Πλατεία Βικτωρίας και αλλού) ατόμων και ομάδων που σχετίζονται με τη διακίνηση ναρκωτικών, την πορνεία, τις ληστείες κλπ, κατέστησαν τις περιοχές αυτές «γκέτος» (no go places), υποβάθμισαν την ποιότητα ζωής των μόνιμων κατοίκων και οδήγησαν στο κλείσιμο πολλών μαγαζιών. Στην περίπτωση αυτή, ο φόβος θυματοποίησης αντιστοιχεί στην πραγματική αύξηση της εγκληματικότητας και των κινδύνων.
5. Η πολιτική πλευρά της «χρέωσης» όλων των δεινών της ελληνικής κοινωνίας στους (παράνομους ή μη) μετανάστες προέκυψε έντονα τον τελευταίο καιρό. Συνοδεύεται σε μια ρητορική μίσους κατά παντός ξένου (και όχι μόνο των εγκληματιών) και εκμεταλλεύεται την ανασφάλεια των ελλήνων κατοίκων ορισμένων κυρίως περιοχών. Πέραν του γεγονότος ότι ένα Κράτος Δικαίου με διεθνείς και ευρωπαϊκές παρακαταθήκες ειρηνικής συνύπαρξης με τους ξένους και πέραν του γεγονότος ότι 7 εκατομμύρια Έλληνες ζουν στο εξωτερικό (και ασφαλώς δεν θα θέλαμε να καταστούν κι αυτοί θύματα τέτοιων διωγμών) το κύριο πλήγμα που μπορεί να δώσουν στην κοινωνική συνοχή παρόμοιες αντιλήψεις και πρακτικές είναι να στρέψουν όχι μόνο τις φυλετικές/εθνοτικές ομάδες τη μία κατά της άλλης αλλά και κάθε διαφορετική κοινωνική ομάδα κατά των άλλων. Έλληνες κατά μεταναστών, τσιγγάνοι κατά ποντίων, ορθόδοξοι κατά καθολικών και μουσουλμάνων, πλούσιοι κατά φτωχών, μορφωμένοι κατά αμόρφωτων κ.ο.κ
Δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αφήσουμε να περάσει στην κοινωνία το μίσος κατά του Άλλου, έλληνα ή ξένου, διότι τότε θα διαμορφωθούν όροι καθημερινών εμφυλίων πολέμων από τους οποίους κανείς δεν πρόκειται να βγει νικητής.
Με Δημοκρατία, με Πολιτισμό, με Κράτος Δικαίου και με Αλληλεγγύη θα διαχειριστούμε και αυτή την κρίση και δεν θ’ αφήσουμε τις ιαχές πολέμου να καταστρέψουν τον ειρηνικό και φιλόξενο τρόπο ζωής μας.
Δεν έχω άλλα όπλα,
εκτός από τη γλώσσα μου
Δ. Πιστικός, Η ενάτη σταυροφορία
1. Ο φόβος από το έγκλημα (εγκληματοφοβία) βασίζεται τις περισσότερες φορές στην πραγματική (ή κατασκευασμένη) αύξηση της εγκληματικότητας η οποία – συνήθως μέσω των Media – διαχέεται σε όλο το
κοινωνικό σώμα και επηρεάζει τόσο την κοινή γνώμη όσο και τις ατομικές αντιλήψεις.
O φόβος θυματοποίησης περισσότερο υποκειμενικά χαρακτηριστικά, με την έννοια ότι οφείλεται κυρίως στην αίσθηση που έχει κάποιος ότι θα πέσει θύμα εγκληματικής ενέργειας.
Λόγω ηλικίας, φύλου, εθνότητας, επαγγέλματος, τόπου διαμονής, ορισμένα άτομα πιστεύουν ότι διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από αυτόν που αφορά τον γενικό πληθυσμό να τους επιτεθούν στο δρόμο, στη δουλειά, στο σπίτι ή να ασκήσουν φυσική βία εναντίον τους.
Ο φόβος θυματοποίησης συχνά συνδέεται με την αύξηση της εγκληματικότητας χωρίς όμως να αποκλείεται η περίπτωση να καλλιεργείται στο φανταστικό (ενός τηλεθεατή) ή στο παθολογικό (ενός γενικά «φοβητσιάρη»).
Τα τελευταία δύο χρόνια τόσο η ποσοτική αύξηση της βίαιης εκληματικότητας όσο και η ποιοτική διεύρυνσή της σε όλα τα κοινωνικά στρώματα και σε όλες τις γεωγραφικές περιοχές, έχουν διαμορφώσει ένα γενικευμένο κλίμα ανασφάλειας που κυρίως αφορά στους κινδύνους από ένοπλες ληστείες και διαρρήξεις.
Το γεγονός ότι οι διαρρήκτες εισέρχονται πλέον στα σπίτια εν γνώσει τους ότι οι κάτοικοι είναι μέσα έχει οδηγήσει τον περισσότερο κόσμο να φοβάται ακόμα και τη σκιά του ή οποιονδήποτε θόρυβο. Παρά ταύτα, δεν λαμβάνουν όλοι προληπτικά μέτρα γιατί λείπει από τη χώρα μας η εκπαίδευση στη διαχείριση τόσο του φόβου όσο και των κινδύνων.
2. Η οικονομική κρίση επηρεάζει κυρίως τη λεγόμενη εγκληματικότητα επιβίωσης, δηλαδή μικροκλοπές τροφίμων, ειδών πρώτης ανάγκης, φαρμάκων κλπ.
Η οικονομική κρίση επίσης, διευρύνει τον παράνομο κύκλο των δραστηριοτήτων που σχετίζονται με την πορνεία, τη χρήση ναρκωτικών, την επαιτεία και συμβάλλει στην αύξηση των αυτοκτονιών και της κατάθλιψης.
Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να συνδεθεί ευθέως η οικονομική κρίση (π.χ. ανεργία, φτώχεια κλπ) με τα εγκλήματα ιδιαίτερης σκληρότητας και άσκοπης βία (π. χ. φόνοι με καλάσνικωφ σε ληστείες σε σπίτια ή σε τράπεζες).
Δεν πρέπει βέβαια να ξεχνάμε ότι η οικονομική κρίση πολλές φορές δίνει την ευκαιρία σε ορισμένους να τελέσουν εγκλήματα λευκού κολλάρου, απάτες, τοκογλυφίες κλπ.
Ο φόβος θυματοποίησής μας στις περιπτώσεις κυρίως των εγκλημάτων επιβίωσης εξηγείται από το γεγονός ότι πιστεύουμε πως κάθε απελπισμένος, απολυμένος, αποκλεισμένος μπορεί – σχεδόν αυτόματα να μεταβληθεί σε εγκληματία και να απειλήσει τα έννομα αγαθά μας. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει παρά μόνο στις περιπτώσεις γενικευμένης ανομίας (π. χ. πλιάτσικο σε μαγαζιά) όταν το πολιτικό σύστημα έχει πλήρως απονομιμοποιηθεί.
3. Η ταύτιση του «κακού, του επικίνδυνου, του (δυνάμει) εγκληματία με τον Άλλο, τον ξένο, αυτόν που δεν είναι σαν κι εμάς έχει διαχρονική και διατοπική ισχύ. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά (εθνοτική καταγωγή, χρώμα μαλλιών, θρήσκευμα, δυσμορφίες) επιλέγονται με βάση στερεοτυπικές αντιλήψεις αλλά και συγκυριακές φοβίες.
Άλλοτε φοβόμαστε τον μαύρο κι άλλοτε τον κίτρινο. Άλλοτε τον μακρυμάλλη κι άλλοτε τον skinhead.
Η πολιτισμική διαφοροποίηση ή η φυλετική ιδιαιτερότητα παραμένουν στο πεδίο των κοινωνικών στερεοτύπων όσο δεν εμφανίζονται απρόβλεπτες κρίσεις (πολιτικές, οικονομικές κλπ). Τότε πολύ εύκολα ο «διαφορετικός» χαρακτηρίζεται εχθρός και η επιφύλαξη απέναντί του μετατρέπεται σε διακριτική μεταχείριση, διωγμό, εγκληματοποίηση (hate crimes).
Η οικονομική κρίση της τελευταίας διετίας ώθησε δυστυχώς πολλούς έλληνες στην αναζήτηση αποδιοπομπαίων τράγων, στο στιγματισμό ολόκληρων εθνοτικών ομάδων και στο κυνήγι εξιλαστήριων θυμάτων.
4. Η αθρόα προσέλευση στη χώρα μας την τελευταία περίοδο μεταναστών από την Αφρική ή εμπόλεμες περιοχές (Αφγανιστάν, Ιράκ), δημιούργησε ένα δεύτερο κύμα ηθικού πανικού, ισχυρότερο από το πρώτο κύμα στα τέλη του ’90 που αφορούσε τους βαλκάνιους μετανάστες.
Η νέα αυτή κατηγορία μεταναστών, οι οποίοι είναι περισσότερο εξαθλιωμένοι από τους προηγούμενους, δεν γνωρίζουν καθόλου τη γλώσσα μας και στην πλειονότητά τους είναι μουσουλμάνοι, αύξησαν στον ύψιστο βαθμό το αίσθημα ανασφάλειας των Ελλήνων. Αν κανείς προσθέσει και το γεγονός ότι ζουν στο κέντρο της Αθήνας, σε άθλιες συνθήκες, συμμετέχουν στο παραεμπόριο και στην μικροεγκληματικότητα του δρόμου, αντιλαμβανόμαστε γιατί διογκώθηκε τόσο πολύ ο φόβος θυματοποίησης.
Σε κάθε περίπτωση, η σώρευση σε ορισμένες περιοχές (Ομόνοια, Άγιος Παντελεήμονας, Πλατεία Βικτωρίας και αλλού) ατόμων και ομάδων που σχετίζονται με τη διακίνηση ναρκωτικών, την πορνεία, τις ληστείες κλπ, κατέστησαν τις περιοχές αυτές «γκέτος» (no go places), υποβάθμισαν την ποιότητα ζωής των μόνιμων κατοίκων και οδήγησαν στο κλείσιμο πολλών μαγαζιών. Στην περίπτωση αυτή, ο φόβος θυματοποίησης αντιστοιχεί στην πραγματική αύξηση της εγκληματικότητας και των κινδύνων.
5. Η πολιτική πλευρά της «χρέωσης» όλων των δεινών της ελληνικής κοινωνίας στους (παράνομους ή μη) μετανάστες προέκυψε έντονα τον τελευταίο καιρό. Συνοδεύεται σε μια ρητορική μίσους κατά παντός ξένου (και όχι μόνο των εγκληματιών) και εκμεταλλεύεται την ανασφάλεια των ελλήνων κατοίκων ορισμένων κυρίως περιοχών. Πέραν του γεγονότος ότι ένα Κράτος Δικαίου με διεθνείς και ευρωπαϊκές παρακαταθήκες ειρηνικής συνύπαρξης με τους ξένους και πέραν του γεγονότος ότι 7 εκατομμύρια Έλληνες ζουν στο εξωτερικό (και ασφαλώς δεν θα θέλαμε να καταστούν κι αυτοί θύματα τέτοιων διωγμών) το κύριο πλήγμα που μπορεί να δώσουν στην κοινωνική συνοχή παρόμοιες αντιλήψεις και πρακτικές είναι να στρέψουν όχι μόνο τις φυλετικές/εθνοτικές ομάδες τη μία κατά της άλλης αλλά και κάθε διαφορετική κοινωνική ομάδα κατά των άλλων. Έλληνες κατά μεταναστών, τσιγγάνοι κατά ποντίων, ορθόδοξοι κατά καθολικών και μουσουλμάνων, πλούσιοι κατά φτωχών, μορφωμένοι κατά αμόρφωτων κ.ο.κ
Δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αφήσουμε να περάσει στην κοινωνία το μίσος κατά του Άλλου, έλληνα ή ξένου, διότι τότε θα διαμορφωθούν όροι καθημερινών εμφυλίων πολέμων από τους οποίους κανείς δεν πρόκειται να βγει νικητής.
Με Δημοκρατία, με Πολιτισμό, με Κράτος Δικαίου και με Αλληλεγγύη θα διαχειριστούμε και αυτή την κρίση και δεν θ’ αφήσουμε τις ιαχές πολέμου να καταστρέψουν τον ειρηνικό και φιλόξενο τρόπο ζωής μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου