Γράφει η Δήμητρα Μαντζούκα
Ένα χρόνο πριν, έγραφα για τον Homo graecus. Έγραφα για τους Σοφούς της Βιολογίας και της Εξέλιξης. Έγραφα για το DNA που κυλάει μες στις φλέβες μας (με κίνδυνο να παρερμηνευθώ). Έγραφα γιατί δεν έβρισκα κάποιον να μιλήσω και να αισθανθώ ότι με καταλαβαίνει. Ο «ιερός» μικρόκοσμος του καθενός ήταν ερμητικά κλειστός και η οποιαδήποτε τάση εμβάθυνσης στην ουσία των πραγμάτων θα
αποτελούσε σημάδι παραβίασής του.
Ένα χρόνο πριν, έγραφα για τον Homo graecus. Έγραφα για τους Σοφούς της Βιολογίας και της Εξέλιξης. Έγραφα για το DNA που κυλάει μες στις φλέβες μας (με κίνδυνο να παρερμηνευθώ). Έγραφα γιατί δεν έβρισκα κάποιον να μιλήσω και να αισθανθώ ότι με καταλαβαίνει. Ο «ιερός» μικρόκοσμος του καθενός ήταν ερμητικά κλειστός και η οποιαδήποτε τάση εμβάθυνσης στην ουσία των πραγμάτων θα
αποτελούσε σημάδι παραβίασής του.
Αλλά, η μόνη επιλογή, αυτή της παραμονής σε επιδερμικές
συζητήσεις αποτελούσε απλώς προάγγελο άνευ όρων παράδοσης στην
επερχόμενη αιχμαλωσία εντός του δικού μου ασφαλούς μικρόκοσμου. Κι
όμως… η συνείδησή μου έβραζε.
Έγραφα περιμένοντας οι σημερινοί άνθρωποι του πνεύματος, οι
ακαδημαϊκοί, οι επιστήμονες, να ορθώσουν το ανάστημα ώστε να σταθούν στο
ίδιο ύψος με την αρρωστημένη κατάσταση που βιώνουμε. Ακριβώς
απέναντι. Ούτε πιο κάτω, ούτε πιο πάνω. Ούτε υποτελείς, ούτε κυρίαρχοι.
Να δείξουν σθένος και θέληση, όχι απλώς να βοηθήσουν στην επίλυση των
εθνικών προβλημάτων, αλλά να αποτελέσουν οι ίδιοι τη λύση.
Να μπουν στην πρώτη γραμμή παρα/δια/κατά –θέτοντας τις γνώσεις τους για το καλό της κοινωνίας και όχι για ίδιον όφελος.
Υπάρχει κάποιος που δεν θα τους ακολουθούσε; Που δεν θα στεκόταν πλάι τους;
Τι να τις κάνω τις πορείες; Άλλος και αλλού είναι ο επί της ουσίας αγώνας. Και ο αγώνας είναι κοινός… Δεν είναι αγώνας το ποστάρισμα για την επέτειο γέννησης του Ελύτη και θανάτου του Χατζιδάκι. Ψευδαίσθηση αγώνα είναι από ναρκωμένες συνειδήσεις… Το πιο μορφωμένο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας σκοτώνει τον τρίτο νόμο του Νεύτωνα; Μετά από τόση δράση, πού είναι η αντίδραση;
Γιατί δεν νοείται ως αντίδραση ο -με ρυθμούς γεωμετρικής προόδου- πολλαπλασιασμός των μικρόκοσμων με τα ατσάλινα τείχη.
Ένα χρόνο πριν, έγραφα για γενιά συγκεκριμένης πάστας… αυτής που βιώνει την απόλυτη απογοήτευση. Αυτής που καλείται, για μία ακόμα φορά, σε μια ακόμα εθνική επέτειο να κρατήσει σφιχτά τα πλαστικοποιημένα «ιερά» σύμβολα της αναλογίας 5/4. Να, όμως, που έφτασε η ώρα να αγανακτήσουν και οι γραμμές… και ξεπηδούν τα ιωδιούχα πεντάρια, και ξεσπαθώνουν και τα θυμαρίσια τεσσάρια και με θυμό και απελπισία απαιτούν την προσοχή όλων μαςαπαγγέλλοντας το μονόλογο του Φάουστ*:
«Αχ! εσπούδασα φιλοσοφία,
και νομική και ιατρική
Και, δυστυχώς, και θεολογία
Με κόπο και επιμονή.
Και να με δω, εγώ ο φτωχός μωρός
Και είμαι τόσο σοφός όσο και πρώτα !
Με λένε δάσκαλο, με λένε μάλιστα διδάκτορα,
Και σέρνω δέκα χρόνια τώρα
Τους μαθητές μου από τη μύτη –
Και βλέπω πως δεν μπορούμε τίποτε να γνωρίσουμε !
Αυτό πάει να μου κάψει ολωσδιόλου την καρδιά.»
Και το 5 και το 4 συνεπαίρνουν τα χέρια που τα ανεμίζουν, καταλαμβάνουν το είναι τους και από ανθρώπινα στόματα τούτη τη φορά βγαίνουν σπαραγμοί:
«Αλλοίμονο! Θα μείνω ακόμα κλεισμένος σ’ αυτή τη φυλακή;
Καταραμένη, μουχλιασμένη τρώγλη,
Όπου ακόμα και το αγαπητό φως τ’ ουρανού
Έρχεται θλιμμένο μέσα από τα ζωγραφιστά των παραθύρων τζάμια!
Τρώγλη που την στενεύει αυτός εδώ ο σωρός βιβλία,
Που τα τρώνε τα σκουλήκια,
Και που ως τον θόλο ψηλά γεμίζουν καπνισμένα χαρτιά.
Στοιβαγμένη γύρω με γυαλιά και με κουτιά,
Γεμάτη εργαλεία
Και σκεύη πολλά προγονικά –
Αυτός είναι ο κόσμος σου! Αυτό λέγεται κόσμος!»
Ο μόνος που δεν αντιδρά, είναι ο σταυρός. Αυτός. Ο ασήκωτος. Στενάζει από το ίδιο του το βάρος και παρατηρεί αμίλητος. Και τι να πει; Σκύβει το κεφάλι. Φοβάται. Βλέπει τα χέρια, βλέπει και τις γραμμές… κουράστηκαν… δεν αντέχουν άλλο να αντιστέκονται. Κουράστηκαν να περιμένουν τη βοήθεια να έρθει. Λυγίζουν. Κουράστηκαν. Θέλουν έναν ονειρεμένο μακρόκοσμο για πραγματικότητά τους. Κουράστηκαν. Και είναι έτοιμα, πλέον, να παραδοθούν. Να τα δώσουν όλα. Λάθος. Να τα ξεπουλήσουν όλα. Ψυχές, ιώδια, θυμάρια. Ο Μεφιστοφελής είναι εδώ. Καιροφυλακτεί. Και τα θέλει όλα. Όλα για τη διατήρηση του «graecus». Ακόμα και τον ίδιο τον «Homo». Θα ταπαραδώσετε; Θα τα παραδώσουμε;
*Απόσπασμα από την εισαγωγή του «Φάουστ». Πρόκειται για το διάσημο δημιούργημα ζωής του Γκαίτε, το οποίο και ολοκλήρωσε ένα χρόνο πριν το θάνατό του, το 1832.
aixmi.gr
Να μπουν στην πρώτη γραμμή παρα/δια/κατά –θέτοντας τις γνώσεις τους για το καλό της κοινωνίας και όχι για ίδιον όφελος.
Υπάρχει κάποιος που δεν θα τους ακολουθούσε; Που δεν θα στεκόταν πλάι τους;
Τι να τις κάνω τις πορείες; Άλλος και αλλού είναι ο επί της ουσίας αγώνας. Και ο αγώνας είναι κοινός… Δεν είναι αγώνας το ποστάρισμα για την επέτειο γέννησης του Ελύτη και θανάτου του Χατζιδάκι. Ψευδαίσθηση αγώνα είναι από ναρκωμένες συνειδήσεις… Το πιο μορφωμένο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας σκοτώνει τον τρίτο νόμο του Νεύτωνα; Μετά από τόση δράση, πού είναι η αντίδραση;
Γιατί δεν νοείται ως αντίδραση ο -με ρυθμούς γεωμετρικής προόδου- πολλαπλασιασμός των μικρόκοσμων με τα ατσάλινα τείχη.
Ένα χρόνο πριν, έγραφα για γενιά συγκεκριμένης πάστας… αυτής που βιώνει την απόλυτη απογοήτευση. Αυτής που καλείται, για μία ακόμα φορά, σε μια ακόμα εθνική επέτειο να κρατήσει σφιχτά τα πλαστικοποιημένα «ιερά» σύμβολα της αναλογίας 5/4. Να, όμως, που έφτασε η ώρα να αγανακτήσουν και οι γραμμές… και ξεπηδούν τα ιωδιούχα πεντάρια, και ξεσπαθώνουν και τα θυμαρίσια τεσσάρια και με θυμό και απελπισία απαιτούν την προσοχή όλων μαςαπαγγέλλοντας το μονόλογο του Φάουστ*:
«Αχ! εσπούδασα φιλοσοφία,
και νομική και ιατρική
Και, δυστυχώς, και θεολογία
Με κόπο και επιμονή.
Και να με δω, εγώ ο φτωχός μωρός
Και είμαι τόσο σοφός όσο και πρώτα !
Με λένε δάσκαλο, με λένε μάλιστα διδάκτορα,
Και σέρνω δέκα χρόνια τώρα
Τους μαθητές μου από τη μύτη –
Και βλέπω πως δεν μπορούμε τίποτε να γνωρίσουμε !
Αυτό πάει να μου κάψει ολωσδιόλου την καρδιά.»
Και το 5 και το 4 συνεπαίρνουν τα χέρια που τα ανεμίζουν, καταλαμβάνουν το είναι τους και από ανθρώπινα στόματα τούτη τη φορά βγαίνουν σπαραγμοί:
«Αλλοίμονο! Θα μείνω ακόμα κλεισμένος σ’ αυτή τη φυλακή;
Καταραμένη, μουχλιασμένη τρώγλη,
Όπου ακόμα και το αγαπητό φως τ’ ουρανού
Έρχεται θλιμμένο μέσα από τα ζωγραφιστά των παραθύρων τζάμια!
Τρώγλη που την στενεύει αυτός εδώ ο σωρός βιβλία,
Που τα τρώνε τα σκουλήκια,
Και που ως τον θόλο ψηλά γεμίζουν καπνισμένα χαρτιά.
Στοιβαγμένη γύρω με γυαλιά και με κουτιά,
Γεμάτη εργαλεία
Και σκεύη πολλά προγονικά –
Αυτός είναι ο κόσμος σου! Αυτό λέγεται κόσμος!»
Ο μόνος που δεν αντιδρά, είναι ο σταυρός. Αυτός. Ο ασήκωτος. Στενάζει από το ίδιο του το βάρος και παρατηρεί αμίλητος. Και τι να πει; Σκύβει το κεφάλι. Φοβάται. Βλέπει τα χέρια, βλέπει και τις γραμμές… κουράστηκαν… δεν αντέχουν άλλο να αντιστέκονται. Κουράστηκαν να περιμένουν τη βοήθεια να έρθει. Λυγίζουν. Κουράστηκαν. Θέλουν έναν ονειρεμένο μακρόκοσμο για πραγματικότητά τους. Κουράστηκαν. Και είναι έτοιμα, πλέον, να παραδοθούν. Να τα δώσουν όλα. Λάθος. Να τα ξεπουλήσουν όλα. Ψυχές, ιώδια, θυμάρια. Ο Μεφιστοφελής είναι εδώ. Καιροφυλακτεί. Και τα θέλει όλα. Όλα για τη διατήρηση του «graecus». Ακόμα και τον ίδιο τον «Homo». Θα ταπαραδώσετε; Θα τα παραδώσουμε;
*Απόσπασμα από την εισαγωγή του «Φάουστ». Πρόκειται για το διάσημο δημιούργημα ζωής του Γκαίτε, το οποίο και ολοκλήρωσε ένα χρόνο πριν το θάνατό του, το 1832.
aixmi.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου