Γράφει ο Αθανάσιος Παπανδρόπουλος
Η ανεργία στην χώρα μας καταρρίπτει ρεκόρ, ξέσπασε ξαφνικά και, αντί η καταιγιστική αρνητική πορεία της να προβληματίζει, αρκετοί είναι αυτοί που περί άλλα τυρβάζουν. Αρνητικό για την απασχόληση είναι και το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τις εργασιακές σχέσεις στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα να λειτουργεί ως αντικίνητρο για προσλήψεις από την πλευρά των επιχειρήσεων. Αφ’ εαυτής, λοιπόν, η ελληνική εργατική νομοθεσία στρέφεται κατά της απασχολήσεως και, βέβαια, συμβάλλει στη
συντήρηση της ανεργίας.
Ακόμα χειρότερα, από ανεύθυνα μέσα μαζικής ενημερώσεως το τεράστιο αυτό
κοινωνικό πρόβλημα μετατρέπεται και σε ευτελές θέαμα για διανοητικώς
αναπήρους. Ποιες είναι, ωστόσο, οι πραγματικές πληγές της ανεργίας στην
Ελλάδα;
Πρώτη πληγή είναι βεβαίως η έλλειψη οικονομικής αναπτύξεως, η οποία ακόμα και όταν ήταν θετική πριν μια δεκαετία, αύξησε μεν την απασχόληση αλλά δεν μείωσε την ανεργία. Το φαινόμενο αυτό αποδίδεται στην αυξημένη συμμετοχή γυναικών στην αγορά εργασίας, στην νομιμοποίηση μεταναστών και στην εκροή αγροτικού δυναμικού προς αναζήτηση αστικής απασχολήσεως.
Μία άλλη πληγή είναι ο κορεσμός του Δημοσίου με υπεράριθμους υπαλλήλους την στιγμή που στην Ελλάδα η κρατική απασχόληση είχε αναχθεί σε σύγχρονη θεότητα. Έτσι, πολλοί νέοι ήσαν ανίκανοι να σκεφθούν το μέλλον τους εκτός Δημοσίου και σήμερα πληρώνουν βαρύ τίμημα για την δημοσιολαγνεία –την οποία επίσης τους καλλιέργησαν στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΑΕΙ) και οι κάθε λογής κομματικοί εγκάθετοι. Εξάλλου, ένας από τους ρόλους των τελευταίων ήταν να υπόσχονται θέσεις στο Δημόσιο όταν το κόμμα τους θα έφθανε στην εξουσία. Επρόκειτο για την περίφημη θεωρία των «δικών μας παιδιών» και ιδού τα αποτελέσματά της στην άνοδο της ανεργίας των νέων.
Βασικός επίσης παράγοντας στην αύξηση της ανεργίας είναι η μη συνεργασία ΑΕΙ και ιδιωτικού τομέα της οικονομίας, για λόγους κομματικής τυφλώσεως. Έτσι, στην σημερινή Ελλάδα υπάρχουν επιχειρήσεις που αναζητούν προσωπικό σε επιστημονικούς και ερευνητικούς κλάδους, το οποίο όμως είναι ανύπαρκτο. Αυτή η ασυμβατότητα αγοράς εργασίας και αναγκών της ιδιωτικής οικονομίας επιβαρύνει με την σειρά της την ανεργία και τελικά έχει υψηλό κοινωνικό κόστος. Παρόλα αυτά, οι κομματικοί εγκάθετοι και οι φοιτητοπατέρες έχουν άλλα, «σοβαρότερα» προβλήματα με τα οποία πρέπει να ασχοληθούν. Για παράδειγμα, πώς να μετατρέψουν το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης σε «πρότυπο» σκουπιδότοπο…
Υπάρχει ωστόσο σοβαρό πρόβλημα και στο επίπεδο των επιχειρήσεων. Τα τελευταία χρόνια, αρκετοί κλάδοι της ελληνικής μεταποιήσεως δεν προχωρούν σε οργανωτικές και τεχνολογικές μεταβολές γιατί δεν τους το επιτρέπουν οι συνθήκες. Τους αποθαρρύνει όμως και η απαράδεκτη ελληνική γραφειοκρατία, υπονομεύοντας καινοτόμες επενδύσεις και επιβαρύνοντας το λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων με απίθανες διαδικασίες. Όπως είναι επόμενον, η παραγωγική μηχανή γίνεται όλο και λιγότερο ανταγωνιστική και πολλές εταιρείες εγκαταλείπουν πλέον την Ελλάδα, καταργώντας χιλιάδες θέσεις εργασίας.
Αρνητικό για την απασχόληση είναι και το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τις εργασιακές σχέσεις στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα να λειτουργεί ως αντικίνητρο για προσλήψεις από την πλευρά των επιχειρήσεων. Αφ’ εαυτής, λοιπόν, η ελληνική εργατική νομοθεσία στρέφεται κατά της απασχολήσεως και, βέβαια, συμβάλλει στην συντήρηση της ανεργίας.
Τέλος, στην Ελλάδα περισσότερο από αλλού στην Ευρωπαϊκή Ένωση, υπάρχουν μεγάλες δυσκολίες στην αντιστοίχηση μεταξύ νέων θέσεων εργασίας και ενδιαφερομένων να εργασθούν. Είναι δε σαφές ότι η κατάσταση αυτή οφείλεται στην έλλειψη επαρκούς πληροφόρησης και στην χαμηλή κινητικότητα εργαζομένων μεταξύ κλάδων και περιοχών.
Αν λοιπόν δεν εκλείψουν οι αγκυλώσεις, οι ασυμβατότητες και οι γραφειοκρατικές ακαμψίες, η ανεργία μπορεί να γίνει η αιτία για την εμπλοκή της χώρας μας σε δυσάρεστες πολιτικο-κοινωνικές περιπέτειες.
Η ανεργία στην χώρα μας καταρρίπτει ρεκόρ, ξέσπασε ξαφνικά και, αντί η καταιγιστική αρνητική πορεία της να προβληματίζει, αρκετοί είναι αυτοί που περί άλλα τυρβάζουν. Αρνητικό για την απασχόληση είναι και το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τις εργασιακές σχέσεις στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα να λειτουργεί ως αντικίνητρο για προσλήψεις από την πλευρά των επιχειρήσεων. Αφ’ εαυτής, λοιπόν, η ελληνική εργατική νομοθεσία στρέφεται κατά της απασχολήσεως και, βέβαια, συμβάλλει στη
συντήρηση της ανεργίας.
Πρώτη πληγή είναι βεβαίως η έλλειψη οικονομικής αναπτύξεως, η οποία ακόμα και όταν ήταν θετική πριν μια δεκαετία, αύξησε μεν την απασχόληση αλλά δεν μείωσε την ανεργία. Το φαινόμενο αυτό αποδίδεται στην αυξημένη συμμετοχή γυναικών στην αγορά εργασίας, στην νομιμοποίηση μεταναστών και στην εκροή αγροτικού δυναμικού προς αναζήτηση αστικής απασχολήσεως.
Μία άλλη πληγή είναι ο κορεσμός του Δημοσίου με υπεράριθμους υπαλλήλους την στιγμή που στην Ελλάδα η κρατική απασχόληση είχε αναχθεί σε σύγχρονη θεότητα. Έτσι, πολλοί νέοι ήσαν ανίκανοι να σκεφθούν το μέλλον τους εκτός Δημοσίου και σήμερα πληρώνουν βαρύ τίμημα για την δημοσιολαγνεία –την οποία επίσης τους καλλιέργησαν στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΑΕΙ) και οι κάθε λογής κομματικοί εγκάθετοι. Εξάλλου, ένας από τους ρόλους των τελευταίων ήταν να υπόσχονται θέσεις στο Δημόσιο όταν το κόμμα τους θα έφθανε στην εξουσία. Επρόκειτο για την περίφημη θεωρία των «δικών μας παιδιών» και ιδού τα αποτελέσματά της στην άνοδο της ανεργίας των νέων.
Βασικός επίσης παράγοντας στην αύξηση της ανεργίας είναι η μη συνεργασία ΑΕΙ και ιδιωτικού τομέα της οικονομίας, για λόγους κομματικής τυφλώσεως. Έτσι, στην σημερινή Ελλάδα υπάρχουν επιχειρήσεις που αναζητούν προσωπικό σε επιστημονικούς και ερευνητικούς κλάδους, το οποίο όμως είναι ανύπαρκτο. Αυτή η ασυμβατότητα αγοράς εργασίας και αναγκών της ιδιωτικής οικονομίας επιβαρύνει με την σειρά της την ανεργία και τελικά έχει υψηλό κοινωνικό κόστος. Παρόλα αυτά, οι κομματικοί εγκάθετοι και οι φοιτητοπατέρες έχουν άλλα, «σοβαρότερα» προβλήματα με τα οποία πρέπει να ασχοληθούν. Για παράδειγμα, πώς να μετατρέψουν το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης σε «πρότυπο» σκουπιδότοπο…
Υπάρχει ωστόσο σοβαρό πρόβλημα και στο επίπεδο των επιχειρήσεων. Τα τελευταία χρόνια, αρκετοί κλάδοι της ελληνικής μεταποιήσεως δεν προχωρούν σε οργανωτικές και τεχνολογικές μεταβολές γιατί δεν τους το επιτρέπουν οι συνθήκες. Τους αποθαρρύνει όμως και η απαράδεκτη ελληνική γραφειοκρατία, υπονομεύοντας καινοτόμες επενδύσεις και επιβαρύνοντας το λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων με απίθανες διαδικασίες. Όπως είναι επόμενον, η παραγωγική μηχανή γίνεται όλο και λιγότερο ανταγωνιστική και πολλές εταιρείες εγκαταλείπουν πλέον την Ελλάδα, καταργώντας χιλιάδες θέσεις εργασίας.
Αρνητικό για την απασχόληση είναι και το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τις εργασιακές σχέσεις στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα να λειτουργεί ως αντικίνητρο για προσλήψεις από την πλευρά των επιχειρήσεων. Αφ’ εαυτής, λοιπόν, η ελληνική εργατική νομοθεσία στρέφεται κατά της απασχολήσεως και, βέβαια, συμβάλλει στην συντήρηση της ανεργίας.
Τέλος, στην Ελλάδα περισσότερο από αλλού στην Ευρωπαϊκή Ένωση, υπάρχουν μεγάλες δυσκολίες στην αντιστοίχηση μεταξύ νέων θέσεων εργασίας και ενδιαφερομένων να εργασθούν. Είναι δε σαφές ότι η κατάσταση αυτή οφείλεται στην έλλειψη επαρκούς πληροφόρησης και στην χαμηλή κινητικότητα εργαζομένων μεταξύ κλάδων και περιοχών.
Αν λοιπόν δεν εκλείψουν οι αγκυλώσεις, οι ασυμβατότητες και οι γραφειοκρατικές ακαμψίες, η ανεργία μπορεί να γίνει η αιτία για την εμπλοκή της χώρας μας σε δυσάρεστες πολιτικο-κοινωνικές περιπέτειες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου