“Μία ή παραπάνω χώρες ίσως εξέλθουν απο την ευρωζώνη. Το αμερικανικό Κογκρέσο ίσως οδηγήσει την χώρα στον δημοσιονομικό «γκρεμό» και την ύφεση” αυτό εκτιμούν με κύριο άρθρο τους οι Financial Times. Στο ίδιο
άρθρο εκτιμάτε η βία μπορεί να επεκταθεί στην Μέση Ανατολή και πως η
διαμάχη της Κίνας με τις γείτονες χώρες για τις νησίδες μπορεί να
προκαλέσει αναταραχές, με αποτέλεσμα την
παρέμβαση των ΗΠΑ στον Ειρηνικό.
Οι Financial Times επισημαίνουν πως ο μεγαλύτερος κίνδυνος που θα αντιμετωπίσει- εκ νέου- πλανήτης είναι μία νέα χρηματοπιστωτική κρίση (όπως οι ίδιοι την αποκαλούν Κρίση Νο2), ένα ή περισσότερα από τα γεγονότα που αναφέρθηκαν παραπάνω.
Το άρθρο συνεχίζει παραθέτοντας τους λόγους για τους οποίους ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι ορατό. Σύμφωνα λοιπόν με το άρθρο: “Πρώτον, η παγκόσμια οικονομία παραμένει ακόμη ευάλωτη και ανακάμπτει πολύ αργά από την Κρίση Νο1 του 2007-08. Μεγάλα χρέη επιβαρύνουν καταναλωτές και κυβερνήσεις. Οι τράπεζες διαρκώς συρρικνώνουν τους ισολογισμούς τους, μέσα στο περιβάλλον της ρυθμιστικής αυστηροποίησης. Κάθε νέο σοκ θα επιτείνει τις ανησυχίες τους και θα προκαλέσει περαιτέρω υπαναχώρηση.
Δεύτερον, η οικονομική πολιτική έχει «ξεχειλώσει». Τόσο η δημοσιονομική όσο και η νομισματική πολιτική έχουν φτάσει στα όριά τους. Η Κρίση Νο1 δημιούργησε ύφεση στους ισολογισμούς, που σημαίνει ότι η κεϋνσιανή στήριξη που βασίζονται σε αυξημένο κρατικό δανεισμό, θα είναι αναποτελεσματική στην καλύτερη περίπτωση και αντιπαραγωγική στην χειρότερη. Οι κεντρικές τράπεζες έχουν κρατήσει τα ονομαστικά επιτόκια κοντά στο μηδέν για πρωτοφανές χρονικό διάστημα και διοχετεύουν ρευστότητα στις τράπεζές τους μέσω της ποσοτικής χαλάρωσης (QE).
Υπάρχουν, όμως, παντού ενδείξεις μιας κλασικής παγίδας ρευστότητας. Οι τράπεζες δεν βρίσκουν ζήτηση για νέα δάνεια και έτσι κι αλλιώς οι ρυθμιστές απαιτούν από αυτές να αυξήσουν τα αποθέματά τους. Το QE βοηθάει να τονωθούν οι τράπεζες αλλά δεν φτάνει στην πραγματική οικονομία, με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι αρνητικές επιπτώσεις για τους αποταμιευτές και τα συνταξιοδοτικά ταμεία. Αν συμβεί κάποιο εξωτερικό σοκ, η κρατική πολιτική δεν μπορεί να κάνει πολλά για να το αποκρούσει.
Το τρίτο ευάλωτο σημείο είναι η πολιτική αδυναμία. Η παρατεταμένη λιτότητα υπονομεύει την πολιτική στήριξη για τα παραδοσιακά κόμματα και ευνοεί τα άκρα, είτε αριστερά είτε δεξιά. Οι περιφερειακές οικονομίες της ευρωζώνης κινδυνεύουν ιδιαίτερα. Η αδύναμη κυβέρνηση συνεργασίας στην Ιταλία και οι επικείμενες εκλογές ή μια αποσχιστική ψήφος στην Καταλονία, θα προκαλέσουν όχι μόνο την αρχή του τέλους για το ευρώ, αλλά και την Κρίση Νο2.
Για να αποτραπεί αυτός ο κίνδυνος, το «κλειδί» είναι η διεθνής συνεργασία. Ο στόχος θα πρέπει να είναι η οικονομική επόπτευση στις περιοχές που πλήττονται από την κρίση και, αν χρειαστεί, στην μετάσταση της κρίσης. Θα πρέπει να ετοιμαστούν έκτακτα σχέδια που θα αποτρέψουν την μετάδοση της κρίσης από την μια χώρα στην υπόλοιπη παγκόσμια οικονομία, αλλά δεν θα προκαλέσουν προστατευτισμό.
Η G20 είναι ο θεσμός που προφανώς θα μπορούσε να συντονίσει αυτή την συνεργασία. Δυστυχώς, την ηγεσία της G20 αναλαμβάνει του χρόνου η Ρωσία. Κι αυτή είναι μια ακόμη πηγή ανησυχίας”.
παρέμβαση των ΗΠΑ στον Ειρηνικό.
Οι Financial Times επισημαίνουν πως ο μεγαλύτερος κίνδυνος που θα αντιμετωπίσει- εκ νέου- πλανήτης είναι μία νέα χρηματοπιστωτική κρίση (όπως οι ίδιοι την αποκαλούν Κρίση Νο2), ένα ή περισσότερα από τα γεγονότα που αναφέρθηκαν παραπάνω.
Το άρθρο συνεχίζει παραθέτοντας τους λόγους για τους οποίους ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι ορατό. Σύμφωνα λοιπόν με το άρθρο: “Πρώτον, η παγκόσμια οικονομία παραμένει ακόμη ευάλωτη και ανακάμπτει πολύ αργά από την Κρίση Νο1 του 2007-08. Μεγάλα χρέη επιβαρύνουν καταναλωτές και κυβερνήσεις. Οι τράπεζες διαρκώς συρρικνώνουν τους ισολογισμούς τους, μέσα στο περιβάλλον της ρυθμιστικής αυστηροποίησης. Κάθε νέο σοκ θα επιτείνει τις ανησυχίες τους και θα προκαλέσει περαιτέρω υπαναχώρηση.
Δεύτερον, η οικονομική πολιτική έχει «ξεχειλώσει». Τόσο η δημοσιονομική όσο και η νομισματική πολιτική έχουν φτάσει στα όριά τους. Η Κρίση Νο1 δημιούργησε ύφεση στους ισολογισμούς, που σημαίνει ότι η κεϋνσιανή στήριξη που βασίζονται σε αυξημένο κρατικό δανεισμό, θα είναι αναποτελεσματική στην καλύτερη περίπτωση και αντιπαραγωγική στην χειρότερη. Οι κεντρικές τράπεζες έχουν κρατήσει τα ονομαστικά επιτόκια κοντά στο μηδέν για πρωτοφανές χρονικό διάστημα και διοχετεύουν ρευστότητα στις τράπεζές τους μέσω της ποσοτικής χαλάρωσης (QE).
Υπάρχουν, όμως, παντού ενδείξεις μιας κλασικής παγίδας ρευστότητας. Οι τράπεζες δεν βρίσκουν ζήτηση για νέα δάνεια και έτσι κι αλλιώς οι ρυθμιστές απαιτούν από αυτές να αυξήσουν τα αποθέματά τους. Το QE βοηθάει να τονωθούν οι τράπεζες αλλά δεν φτάνει στην πραγματική οικονομία, με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι αρνητικές επιπτώσεις για τους αποταμιευτές και τα συνταξιοδοτικά ταμεία. Αν συμβεί κάποιο εξωτερικό σοκ, η κρατική πολιτική δεν μπορεί να κάνει πολλά για να το αποκρούσει.
Το τρίτο ευάλωτο σημείο είναι η πολιτική αδυναμία. Η παρατεταμένη λιτότητα υπονομεύει την πολιτική στήριξη για τα παραδοσιακά κόμματα και ευνοεί τα άκρα, είτε αριστερά είτε δεξιά. Οι περιφερειακές οικονομίες της ευρωζώνης κινδυνεύουν ιδιαίτερα. Η αδύναμη κυβέρνηση συνεργασίας στην Ιταλία και οι επικείμενες εκλογές ή μια αποσχιστική ψήφος στην Καταλονία, θα προκαλέσουν όχι μόνο την αρχή του τέλους για το ευρώ, αλλά και την Κρίση Νο2.
Για να αποτραπεί αυτός ο κίνδυνος, το «κλειδί» είναι η διεθνής συνεργασία. Ο στόχος θα πρέπει να είναι η οικονομική επόπτευση στις περιοχές που πλήττονται από την κρίση και, αν χρειαστεί, στην μετάσταση της κρίσης. Θα πρέπει να ετοιμαστούν έκτακτα σχέδια που θα αποτρέψουν την μετάδοση της κρίσης από την μια χώρα στην υπόλοιπη παγκόσμια οικονομία, αλλά δεν θα προκαλέσουν προστατευτισμό.
Η G20 είναι ο θεσμός που προφανώς θα μπορούσε να συντονίσει αυτή την συνεργασία. Δυστυχώς, την ηγεσία της G20 αναλαμβάνει του χρόνου η Ρωσία. Κι αυτή είναι μια ακόμη πηγή ανησυχίας”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου